- επιλέγδην
- ἐπιλέγδην (Μ)επίρρ. κατ’ επιλογή, εκλεκτικά («ἐπιλέγδην προτεταγμένοι», Ευστ.).[ΕΤΥΜΟΛ. < επιλέγω + κατάλ. -δην που δηλώνει τρόπο].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ἐπιλέγδην — by selection indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)